Προληπτικός γυναικολογικός έλεγχος
Ο ετήσιος γυναικολογικός έλεγχος πρέπει να περιλαμβάνει, για τις γυναίκες που έχουν κάνει έναρξη σεξουαλικών επαφών την γυναικολογική εξέταση μαζί με τον κυτταρολογικό έλεγχο κατά Παπανικολάου (PAP-test), και ένα υπερηχογράφημα γεννητικών οργάνων.
ΜΑΣΤΟΓΡΑΦΙΑ
Κάθε γυναίκα άνω των 40 ετών πρέπει να κάνει μαστογραφία μια φορά το χρόνο.
Πρόκειται για την ακτινολογική εξέταση των μαστών και αποτελεί την πιο αξιόπιστη εξέταση διαλογής για τον καρκίνο του μαστού.
Η μαστογραφία είναι δυνατόν να ανιχνεύσει υποκλινικούς καρκίνους μεγέθους 6mm και μικρότερους, ενώ η κλινική εξέταση από έναν έμπειρο γιατρό μπορεί να ψηλαφήσει μάζες μεγαλύτερες του 1cm.
Η σύγχρονη μαστογραφία χρησιμοποιεί πολύ χαμηλά επίπεδα ακτινοβολίας 0.1-0.2 rads ανά εικόνα. Η μείωση της θνητότητας, με τη μέθοδο αυτή στο γενικό πληθυσμό, είναι περίπου 30%.
Η ψηφιακή μαστογραφία είναι χρήσιμη σε πυκνούς μαστούς κυρίως σε νέες γυναίκες.
Η υπερηχογραφία είναι αποτελεσματική σε γυναίκες με πυκνούς μαστούς και στη διαφορική διάγνωση συμπαγών από κυστικές αλλοιώσεις.
Τα σύγχρονα δεδομένα αναφέρουν: Στις γυναίκες ηλικίας 20 -39 ετών συστήνεται κλινική εξέταση του μαστού κάθε 1- 3 έτη, ενώ ενθαρρύνεται η αυτοεξέταση.
Σε ηλικία 35 ετών να γίνεται μια μαστογραφία αναφοράς , και από την 40 ετών και μετά ετήσια κλινική εξέταση και μαστογραφία και ενθαρρύνεται περιοδικά η αυτοεξέταση.
ΟΥΡΟΛΟΙΜΩΞΗ
Ουρολοίμωξη καλείται κάθε λοίμωξη που προσβάλλει κάποιο τμήμα του ουροποιητικού συστήματος.
Η παρουσία μικροοργανισμών στα ούρα αν υπερβαίνει σε ποσότητα τις 100000 ανά ml φρέσκου δείγματος ούρων καλείται ουρολοίμωξη.
Αν το μικρόβιο εντοπίζεται στην ουρήθρα, έχουμε ουρηθρίτιδα, αν εντοπίζεται στην ουροδόχο κύστη-κυστίτιδα και στο ανώτερο ουροποιητικό πυελονεφρίτιδα.
Μικροοργανισμοί στα ούρα μπορεί να υπάρχουν με ή χωρίς συμπτώματα.
Το πιο συχνό μικρόβιο που προκαλεί ουρολοίμωξη είναι η Ε.Coli.
Στην ουρολοίμωξη του κατώτερου ουροποιητικού τα κυριότερα συμπτώματα είναι η συχνοουρία, η δυσουρία (καύσος και δυσκολία κατά την ούρηση) και ο πόνος χαμηλά στην κοιλιά.
Η πυελονεφρίτιδα εκδηλώνεται με υψηλό πυρετό με ρίγος, τάση για έμετο, έντονο πόνο.
Η αντιμετώπιση στην απλή κυστίτιδα περιλαμβάνει λήψη άφθονων υγρών και αντιβίωση, ενώ στην πυελονεφρίτιδα μπορεί να χρειαστεί εισαγωγή στο νοσοκομείο και ενδοφλέβια αντιβίωση.
ΠΥΕΛΙΚΟ ΑΛΓΟΣ
Ο όρος πυελικό άλγος αναφέρεται στον πόνο στην κοιλιά κάτω από τον ομφαλό.
Στα αίτια περιλαμβάνονται τόσο γυναικολογικά όσο και μη γυναικολογικά.
Στα γυναικολογικά αίτια περιλαμβάνονται: η ενδομητρίωση, τα ινομυώματα, οι κύστες ωοθηκών, το σύνδρομο ωοθηκικών καταλοίπων, οι συμφύσεις, η αδενομύωση, η τραχηλική στένωση, το σύνδρομο πυελικής συμφόρησης, η φλεγμονώδης νόσος της πυέλου, το σύνδρομο επώδυνης ωορρηξίας, το προεμμηνορροϊκό σύνδρομο, ο πόνος της εμμηνορρυσίας, η έκτοπη κύηση και ο γυναικολογικός καρκίνος. Άλλα αίτια είναι η σωματική και σεξουαλική κακοποίηση.
Στα μη γυναικολογικά αίτια είναι η φλεγμονώδης νόσος της πυέλου, το σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου, η χρόνια δυσκοιλιότητα, η σκωληκοειδίτιδα, ο καρκίνος του εντέρου, οι κήλες, ο μυϊκός πόνος, οι τραυματισμοί, οι ουρολοιμώξεις και ο καρκίνος του ουροποιητικού συστήματος.
Το πιο συχνό αίτιο χρόνιου πυελικού άλγους είναι η ενδομητρίωση .
Η αντιμετώπιση του πυελικού άλγους είναι αιτιολογική και η θεραπεία ανάλογα το αίτιο είναι φαρμακευτική ή χειρουργική.
ΑΙΔΟΙΟΔΥΝΙΑ
Η αιδοιοδυνία αποτελεί μια συχνή κατάσταση που χαρακτηρίζεται από χρόνια ενόχληση, πόνο ή αίσθημα καύσου προκλητού ή μη, στην περιοχή του αιδοίου.
Οι περισσότερες γυναίκες με αιδοιοδυνία αισθάνονται πόνο κατά την συνουσία.
Η χρήση ταμπόν, η καθιστική εργασία , και τα στενά ρούχα ,ο παρατεταμένος και δύσκολος τοκετός αναφέρονται ως πιθανά αίτια. Η χορήγηση φαρμακευτικής αγωγής είναι δυνατόν να βελτιώσει την κλινική εικόνα.
Σε αποτυχία της συντηρητικής αγωγής , η χειρουργική αντιμετώπιση ως ύστατη λύση περιλαμβάνει την εξαίρεση της επώδυνης περιοχής περινεοπλαστική ή και απεγκλωβισμό του αιδοιικού νεύρου.
ΠΡΟΠΤΩΣΗ ΜΗΤΡΑΣ
Χαρακτηρίζεται από την κάθοδο του τραχήλου μαζί με το σώμα της μήτρας μέσα στον κόλπο ή και εκτός αυτού.
Συνήθως εμφανίζεται μετά την εμμηνόπαυση λόγω ατροφίας των μυών και των συνδέσμων που στηρίζουν τα γεννητικά όργανα.
Σαν προδιαθεσικοί παράγοντες υπολογίζονται οι προηγηθέντες τοκετοί, δύσκολες μαιευτικές επεμβάσεις και η απότομη αύξηση της ενδοκοιλιακής πίεσης λόγω όγκου, βήχα ,ανύψωση βάρους κ.ά.
Η πρόπτωση συνήθως συνοδεύεται και από χαλάρωση του προσθίου ή του οπισθίου κολπικού τοιχώματος , συνυπάρχει δηλαδή κυστεοκήλη ή ορθοκήλη.
Βαθμοί πρόπτωσης μήτρας
• Βαθμός I πρόπτωσης μήτρας – πρόπτωση μήτρας σε οποιοδήποτε σημείο του κόλπου πάνω από το επίπεδο του παρθενικού υμένα
• Βαθμός II πρόπτωσης μήτρας – πρόπτωση μήτρας στο επίπεδο του παρθενικού υμένα
• Βαθμός III πρόπτωσης μήτρας – πρόπτωση μήτρας κάτω από τον παρθενικό υμένα
• Βαθμός IV πρόπτωσης μήτρας – ολική εκστροφή ή ολική πτώση προς τα κάτω της μήτρας
Το πιο συνηθισμένο ενόχλημα είναι ο πυελικός πόνος κυρίως κατά την παρατεταμένη ορθοστασία ή στην ανύψωση βάρους.
Πολλές φορές παρουσιάζεται ακράτεια ούρων στο βήχα η στο γέλιο. Συχνά υπάρχει το αίσθημα που πιέζει το κόλπο και πολλές φορές δυσκοιλιότητα.
Σε παραμελημένες περιπτώσεις δημιουργούνται εξελκώσεις και αιμορραγίες.
Με την γυναικολογική εξέταση καθορίζεται η πρόπτωση και ο βαθμός της.
Η θεραπεία με τα καλύτερα αποτελέσματα είναι η χειρουργική εξατομικευμένη αφού ληφθούν υπόψη η ηλικία της ασθενούς, ο βαθμός πρόπτωσης, η επιθυμία για απόκτηση παιδιών κ.ά.
Η συντηρητική αγωγή περιλαμβάνει την τοποθέτηση κολπικών πεσσών ,αφού οι ασκήσεις των μυών του περινέου δρουν κυρίως προληπτικά, ενώ η τοπική χρήση οιστρογόνων αντιμετωπίζει την συνοδό ατροφία του κόλπου.
ΚΟΛΠΙΤΙΔΑ
Η φλεγμονή στην περιοχή του κόλπου που συνήθως οφείλεται σε διάφορα μικρόβια ονομάζεται κολπίτιδα και έχει ως αποτέλεσμα να διαταράσσεται η σύσταση των φυσιολογικών κολπικών εκκρίσεων.
Οι κυριότερες μορφές κολπίτιδας είναι η μυκητιασική, η τριχομοναδική, η βακτηριδιακή, και η κολπίτιδα από χλαμύδια.
Τα πιο συχνά συμπτώματα που μπορούν να παρουσιαστούν μεμονωμένα η σε συνδυασμό είναι η ερυθρότητα και η ευαισθησία της περιοχής, καύσος κνησμός στα έξω γεννητικά όργανα, κολπική υπερέκρισση, δυσπαρεύνεια η δυσουρία. Η επισκόπηση του κόλπου και η μικροβιολογική εξέταση του κολπικού εκκρίματος θέτουν τη διάγνωση και οδηγούν στη σωστή φαρμακευτική αγωγή.