Αιτιολογία:
Φυσιολογική πτώση των ορμονών της γονιμότητας όσο πλησιάζει η γυναίκα στο τέλος της τρίτης δεκαετίας της.
Οι ωοθήκες παράγουν λιγότερα οιστρογόνα και προγεστερόνη, αυτές οι ορμόνες κανονίζουν την έμμηνο ρήση.
Κατά τη διάρκεια αυτού του διαστήματος πολύ λιγότερα ωοθυλάκια-ωάρια δημιουργούνται στις ωοθήκες κάθε μήνα και μια ωορρηξία γίνεται όσο περνάει ο καιρός λιγότερο πιθανή.
Δηλαδή η αύξηση της προγεστερόνης μετά την ωορρηξία, δηλαδή της ορμόνης η οποία προετοιμάζει το σώμα για την εγκυμοσύνη δεν αυξάνει σε τόσο υψηλά επίπεδα.
Γι’ αυτό το λόγο και η γονιμότητα δεν μπορεί να είναι τόσο αυξημένη. Αυτές οι αλλαγές γίνονται πιο ξεκάθαρες στην αρχή της τέταρτης δεκαετίας, η περίοδος μικραίνει, είναι πιο αδύναμη και μπορεί να μην είναι πια τόσο περιοδική.
Μέχρι ως ότου οι ωοθήκες δεν παράγουν άλλα ωάρια και δεν έχει η γυναίκα πια περίοδο. Υπάρχει φυσικά και η πιθανότητα, πολύ μικρή βέβαια, να υπάρχει περίοδος κάθε μήνα περιοδικά μέχρι τον τελευταίο κύκλο. Το πιο συχνό όμως είναι να παρουσιαστούν οι διαταραχές.
Εδώ πρέπει να τονιστεί ότι οι γυναίκες που έχουν υποβληθεί σε υστερεκτομή χωρίς όμως αφαίρεση των ωοθηκών συνήθως δεν παρουσιάζουν συμπτώματα εμμηνόπαυσης. Παρ’ όλο που η γυναίκα δεν έχει πια περίοδο οι ωοθήκες παράγουν ωάρια και παράγουν επίσης οιστρογόνα και προγεστερόνη.
Σε περίπτωση που η γυναίκα έχει αφαιρέσει και τις ωοθήκες και τις σάλπιγγες τότε μπαίνει αυτόματα σε εμμηνόπαυση χωρίς αυτή τη μεταβατική περίοδο.
Επίσης, οι γυναίκες που υποβάλλονται σε χημειοθεραπεία και ακτινοθεραπεία υπάρχει μεγάλη περίπτωση να υποφέρουν από τα συμπτώματα της εμμηνόπαυσης.
Περίπου 1% των γυναικών μπαίνουν στην εμμηνόπαυση πριν το χρονικό όριο των 40 χρόνων. Η εμμηνόπαυση μπορεί να προέλθει σ’ αυτή την περίπτωση λόγω (primary ovarian insufficiency), δηλαδή ανεπάρκεια των ωοθηκών να παράγουν φυσιολογικά επίπεδα ορμονών.
Αυτό μπορεί να γίνει σε έδαφος αυτοάνοσων νοσημάτων ή λόγω γενετικού υλικού.